Τζόνι & Λούλου
"Δεν το είχε σχεδιάσει. Ήταν τόσο αυθόρμητο όσο να πεις Πετάγομαι για τσιγάρα. Ο Τζόνι δεν δούλευε εκείνη την εποχή, η Λούλου είχε πάρει άδεια μετά τα Χριστούγεννα και ξεχειμώνιαζαν στο σπίτι στη Μεσσηνία. Είχε τόσο κρύο, που από τα γυμνά κλαδιά της μουριάς στην αυλή κρέμονταν παγωμένοι κρύσταλλοι και το χώμα στα παρτέρια έμοιαζε με μπαρουτόσκονη. Εκείνο το μεσημέρι, φορούσαν πουπουλένια μπουφάν τόσο χοντρά, που δεν μπορούσαν να κλείσουν τα χέρια τους και περπατούσαν στην ερημική παραλία. Φυσούσε δυνατά, η άμμος μαστίγωνε τα πρόσωπα τους και τα κύματα σηκώνονταν να δείξουν το μπόι τους και ξανάπεφταν απογοητευμένα που κανένας απ' τους δύο δεν τα πρόσεχε. Ο Τζόνι και η Λούλου είχαν μάτια μόνο ο ένας για τον άλλον.
<<Αυτή η παραλία με ξετρελαίνει>> είπε η Λούλου ενώ περπατούσαν κατά μήκος της ακτής.
<<Είναι... έχει κάτι>> μουρμούρισε εκείνος.
<<Είναι τόσο απομονωμένη, ταυτόχρονα όμως σου δίνει και την αίσθηση ότι μπορεί να σε οδηγήσει παντού, ε;>> Σφίχτηκε κι άλλο στο μπράτσο του. <<Αν ήμασταν στην Αμερική, θα μπορούσαμε να παντρευτούμε σε μια τέτοια παραλία, το ξέρεις; Αν θέλαμε δηλαδή να παντρευτούμε>> συμπλήρωσε βιαστικά.
Ο Τζόνι σταμάτησε να περπατάει <<Και γιατί να μη θέλαμε;>> είπε.
<<Τι εννοείς;>>
<<Να παντρευτούμε>>.
Η Λούλου σάστισε <<Το λες σοβαρά;>>
<<Ναι, γιατί όχι; Δεν μπορώ να σε φανταστώ αλλιώς. Εσύ μπορείς;>>
<<Όχι>>, απάντησε η Λούλου.
<<Δεν θέλω να είμαι ποτέ χωρίς εσένα>>.
<<Ούτε εγώ>>.
Την κοίταξε με προσμονή <<Άρα... λες ναι;>>
<<Ναι!>>
Κατάπιναν τον κρύο αέρα κι ένιωθαν το κορμί τους να καθαρίζει απ' όλα.
Η Λούλου γέλασε και τον αγκάλιασε. Τη φίλησε δυνατά, πιέζοντας τα χείλη του στα δικά της, ώσπου έπεσαν κάτω και συνέχισαν να φιλιούνται γελώντας πάνω στη βρεγμένη άμμο. Ο αέρας έκοψε και άρχισε να χιονίζει. Ανάλαφρες νιφάδες προσγειώνονταν στα πρόσωπα τους και βούταγαν στη θάλασσα. Γίνονταν ένα μ' αυτήν γιατί ήταν φτιαγμένες απ' το ίδιο υλικό."
" <<Θέλουμε μουσική!>> είπε κι έτρεξε στο αμάξι. Τράβηξε ένα cd από τον σάκο της Λούλου και το 'σπρωξε απαλά μες στο cd player. Η έκπληξη για σήμερα ήταν το When a Man Loves a Woman. Ο Τζόνι κράτησε με το δεξί του χέρι το πιρούνι ψηλά, σαν μικρόφωνο, κι έκανε ότι τραγουδάει, τείνοντας το αριστερό στη Λούλου που χειροκροτούσε. Προς το τέλος του τραγουδιού του έπεσε η πετσέτα και η Λούλου έσκασε στα γέλια.
<<Χορεύετε;>> της είπε ξανατυλίγοντας την πετσέτα του, μόλις μπήκαν οι πρώτες νότες του Stand by Me.
Η Λούλου σηκώθηκε με νάζι προς το μέρος του. Την έβαλε στην αγκαλιά του, τα χέρια του ήταν ακόμα κρύα απ' το ντους και τα μαλλιά του βρεγμένα έσταζαν στα μπράτσα της. Το λατινικό λάμδα πάνω στην καρδιά της έλαμπε όπως το φεγγάρι που ήταν στη γέμιση. Τα έντομα συνέχιζαν τις μανιακές τους επιθέσεις στις λάμπες, τα τριζόνια είχαν αρχίσει τη συναυλία τους και συναγωνίζονταν σε ένταση τα ηχεία του Σκόντα.
<<Τζαστ ας λονγκ, ας γιου σταααντ, σταααντ μπάι μι>> τραγουδούσε ο Τζόνι με τη μελένια του φωνή και έχωνε το πρόσωπο του στα μαλλιά της.
<<Προβλέπω πως θα είσαι για πάντα μαζί μου. Ακόμα και αν γίνω πατατοκαλλιεργητής στην Ασπροβάλτα>> είπε γελώντας και δάγκωσε το αυτί της.
<<Καλά το λέτε, κύριε!>> είπε η Λούλου... "
¨Ο κόσμος έχει ήδη χαλάσει κι εγώ ακόμη σ' αγαπώ"...
"Δεν το είχε σχεδιάσει. Ήταν τόσο αυθόρμητο όσο να πεις Πετάγομαι για τσιγάρα. Ο Τζόνι δεν δούλευε εκείνη την εποχή, η Λούλου είχε πάρει άδεια μετά τα Χριστούγεννα και ξεχειμώνιαζαν στο σπίτι στη Μεσσηνία. Είχε τόσο κρύο, που από τα γυμνά κλαδιά της μουριάς στην αυλή κρέμονταν παγωμένοι κρύσταλλοι και το χώμα στα παρτέρια έμοιαζε με μπαρουτόσκονη. Εκείνο το μεσημέρι, φορούσαν πουπουλένια μπουφάν τόσο χοντρά, που δεν μπορούσαν να κλείσουν τα χέρια τους και περπατούσαν στην ερημική παραλία. Φυσούσε δυνατά, η άμμος μαστίγωνε τα πρόσωπα τους και τα κύματα σηκώνονταν να δείξουν το μπόι τους και ξανάπεφταν απογοητευμένα που κανένας απ' τους δύο δεν τα πρόσεχε. Ο Τζόνι και η Λούλου είχαν μάτια μόνο ο ένας για τον άλλον.
<<Αυτή η παραλία με ξετρελαίνει>> είπε η Λούλου ενώ περπατούσαν κατά μήκος της ακτής.
<<Είναι... έχει κάτι>> μουρμούρισε εκείνος.
<<Είναι τόσο απομονωμένη, ταυτόχρονα όμως σου δίνει και την αίσθηση ότι μπορεί να σε οδηγήσει παντού, ε;>> Σφίχτηκε κι άλλο στο μπράτσο του. <<Αν ήμασταν στην Αμερική, θα μπορούσαμε να παντρευτούμε σε μια τέτοια παραλία, το ξέρεις; Αν θέλαμε δηλαδή να παντρευτούμε>> συμπλήρωσε βιαστικά.
Ο Τζόνι σταμάτησε να περπατάει <<Και γιατί να μη θέλαμε;>> είπε.
<<Τι εννοείς;>>
<<Να παντρευτούμε>>.
Η Λούλου σάστισε <<Το λες σοβαρά;>>
<<Ναι, γιατί όχι; Δεν μπορώ να σε φανταστώ αλλιώς. Εσύ μπορείς;>>
<<Όχι>>, απάντησε η Λούλου.
<<Δεν θέλω να είμαι ποτέ χωρίς εσένα>>.
<<Ούτε εγώ>>.
Την κοίταξε με προσμονή <<Άρα... λες ναι;>>
<<Ναι!>>
Κατάπιναν τον κρύο αέρα κι ένιωθαν το κορμί τους να καθαρίζει απ' όλα.
Η Λούλου γέλασε και τον αγκάλιασε. Τη φίλησε δυνατά, πιέζοντας τα χείλη του στα δικά της, ώσπου έπεσαν κάτω και συνέχισαν να φιλιούνται γελώντας πάνω στη βρεγμένη άμμο. Ο αέρας έκοψε και άρχισε να χιονίζει. Ανάλαφρες νιφάδες προσγειώνονταν στα πρόσωπα τους και βούταγαν στη θάλασσα. Γίνονταν ένα μ' αυτήν γιατί ήταν φτιαγμένες απ' το ίδιο υλικό."
" <<Θέλουμε μουσική!>> είπε κι έτρεξε στο αμάξι. Τράβηξε ένα cd από τον σάκο της Λούλου και το 'σπρωξε απαλά μες στο cd player. Η έκπληξη για σήμερα ήταν το When a Man Loves a Woman. Ο Τζόνι κράτησε με το δεξί του χέρι το πιρούνι ψηλά, σαν μικρόφωνο, κι έκανε ότι τραγουδάει, τείνοντας το αριστερό στη Λούλου που χειροκροτούσε. Προς το τέλος του τραγουδιού του έπεσε η πετσέτα και η Λούλου έσκασε στα γέλια.
<<Χορεύετε;>> της είπε ξανατυλίγοντας την πετσέτα του, μόλις μπήκαν οι πρώτες νότες του Stand by Me.
Η Λούλου σηκώθηκε με νάζι προς το μέρος του. Την έβαλε στην αγκαλιά του, τα χέρια του ήταν ακόμα κρύα απ' το ντους και τα μαλλιά του βρεγμένα έσταζαν στα μπράτσα της. Το λατινικό λάμδα πάνω στην καρδιά της έλαμπε όπως το φεγγάρι που ήταν στη γέμιση. Τα έντομα συνέχιζαν τις μανιακές τους επιθέσεις στις λάμπες, τα τριζόνια είχαν αρχίσει τη συναυλία τους και συναγωνίζονταν σε ένταση τα ηχεία του Σκόντα.
<<Τζαστ ας λονγκ, ας γιου σταααντ, σταααντ μπάι μι>> τραγουδούσε ο Τζόνι με τη μελένια του φωνή και έχωνε το πρόσωπο του στα μαλλιά της.
<<Προβλέπω πως θα είσαι για πάντα μαζί μου. Ακόμα και αν γίνω πατατοκαλλιεργητής στην Ασπροβάλτα>> είπε γελώντας και δάγκωσε το αυτί της.
<<Καλά το λέτε, κύριε!>> είπε η Λούλου... "
¨Ο κόσμος έχει ήδη χαλάσει κι εγώ ακόμη σ' αγαπώ"...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου